ΧΡΥΣΟΣ 

 

 Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
 
 
Το χημικό στοιχείο χρυσός (στα λατινικά Aurum και στα αγγλικά Gold) είναι ένα πυκνό, μαλακό, αστραφτερό, ελατό και όλκιμο στερεό[1]μέταλλο. Ως χημικό στοιχείο έχει ως σύμβολο το Auατομικό αριθμό 79 και ατομικό βάρος 196,966569. Έχει θερμοκρασία τήξης 1064,43 °C καιθερμοκρασία βρασμού 2807 °C. Ανήκει στην ομάδα της 3ης κύριας σειράς των στοιχείων μετάπτωσης. Ο καθαρός χρυσός έχει ένα έντονο κίτρινο χρώμα. Είναι, μαζί με το χαλκό τα μοναδικά «έγχρωμα μέταλλα». Παραμένει έτσι χωρίς να οξειδώνεται από τον ατμοσφαιρικό αέρα ή τονερό. Είναι ένα από τα λιγότερο δραστικά χημικά στοιχεία που υπάρχουν. Γι' αυτόν το λόγο βρίσκεται αρκετά συχνά σε ελεύθερη στοιχειακή μορφή, σε σβώλους ή κόκκους ανάμεσα σε πετρώματα, σε «φλέβες» ή και σε προσχώσεις. Λιγότερο συχνά βρίσκεται σε ορυκτάπου περιέχουν χημικές ενώσεις του χρυσού. Από τις χημικές ενώσεις του χρυσού, οι πιο συνηθισμένες σε ορυκτά του είναι αυτές με τομεταλλοειδές τελλούριο (Te).
Ο χρυσός αντιστέκεται στην προσβολή από μεμονωμένα οξέα, αλλά μπορεί να διαβρωθεί από το αποκαλούμενο βασιλικό ύδωρ, μείγμα πυκνού υδροχλωρικού οξέος (HCl) και πυκνού νιτρικού οξέος (HNO3), σε αναλογία μίξης 3:1. Το συγκεκριμένο μείγμα ονομάστηκε «βασιλικό ύδωρ» ακριβώς επειδή μπορεί και διαβρώσει το χρυσό, το «βασιλιά των μετάλλων», το κατ' εξοχήν «ευγενές» μέταλλο. Ο χρυσός διαλύεταιεπίσης σε αλκαλικά διαλύματα κυανιούχων (CN-), ιδιότητα που χρησιμοποιείται ευρύτατα κατά την εξόρυξη του μετάλλου από τα κοιτάσματά του. Ακόμη, ο χρυσός διαλύεται σε υδράργυρο (Hg), με τον οποίο σχηματίζει αμαγάλματα. Πάντως, ο χρυσός είναι αδιάλυτος στο νιτρικό οξύ, που όμως διαλύει τον άργυρο (Ag) και τα βασικά μέταλλα, μια ιδιότητα που χρησιμοποιείται για να επιβεβαιωθεί η παρουσία χρυσού σε αντικείμενα. Η συγκεκριμένη διεργασία ονομάζεται «δοκιμασία οξέος» (acid test).
Ο χρυσός έχει μεγάλη οικονομική αξία ως πολύτιμο μέταλλο γιανομίσματακοσμήματα και άλλα τεχνουργήματα, τουλάχιστον από την αρχή της γνωστής Ιστορίας. Τα αποθέματα χρυσού είχαν γίνει η πιο συνηθισμένη βάση της νομισματικής πολιτικής, από τα βάθη της γνωστής ιστορίας της πολιτικής και της οικονομίας, αν και σ' αυτόν τον ρόλο έχει αρχίσει σταδιακά να υποκαθίσταται από τα αποθέματα σκληρών νομισμάτων, από τη δεκαετία του '30. Το τελευταίο πιστοποιητικό χρυσού, καθώς και τα τελευταία χρυσά νομίσματα (των 100$) εκδόθηκαν στις ΗΠΑ το 1932. Στην Ευρώπη, οι περισσότερες χώρες άφησαν το χρυσό οικονομικό αξιακό πρότυπο με την έναρξη τουΑ' Παγκοσμίου Πολέμου, το 1914, γιατί με τεράστια έξοδα και χρέη του μεγάλου αυτού πολέμου, ο χρυσός απέτυχε να παίξει πια το ρόλο του ως κυρίαρχο οικονομικό πρότυπο. Μεταπολεμικά, επίσης απέτυχε να επιστρέψει ο χρυσός ως κυρίαρχο μέσο σύγκρισης αξίας και συναλλαγής.
Υπολογίστηκε ότι, από την αρχή της γνωστής ανθρώπινης ιστορίας μέχρι και το 2009, εξορύχθηκαν συνολικά 165.000 τόννοι ή περίπου 8.500 m3 χρυσού[2]. Η παγκόσμια κατανάλωση του εξορυσώμενου χρυσού είναι περίπου 50% σε κοσμήματα, 40% σε επενδυτικά αποθέματα, και 10% σε βιομηχανικές εφαρμογές[3].
Εκτός από τις ευρύτατα διαδεδομένες νομισματικές και συμβολικές λειτουργίες, ο χρυσός έχει και πολλές πρακτικές εφαρμογές, στηνοδοντιατρική, στην ηλεκτρονική και σε άλλα πεδία. Τα πλεονεκτήματά χρήσης του είναι ότι έχει μεγάλη ελατότηταολκιμότητα, αντίσταση στην επίδραση των περισσοτέρων χημικών ουσιών, αλλά και μεγάληηλεκτρική αγωγιμότητα. Οι εφαρμογές του χρυσού περιλαμβάνουν, μεταξύ άλλων, ηλεκτρικά καλώδια, παραγωγή χρωματιστού γυαλιού, χρυσά ή επιχρυσωμένα σερβίτσια φαγητού και παλαιότερα στην κατασκευή CD-ROM και φωτοβολταϊκών.
Έχει διατυπωθεί η άποψη ότι τα μεγαλύτερα αποθέματα χρυσού τηςΓης βρίσκονται στον πυρήνα του πλανήτη, γιατί η μεγάλη πυκνότητα του μετάλλου το κάνουν να καταβυθίζεται όταν βρεθεί στο υγρό μάγμα, ιδιαίτερα όταν ο πλανήτης ήταν νεοσχηματισμένος με μεγάλο ποσοστό της μάζας του σε ρευστή κατάσταση. Εικάζεται δε, ότι όλος ο χρυσός που βρίσκει και εξορύσσει το ανθρώπινο είδος προέρχεται από το υλικό που περιείχαν οι μετεωρίτες που περιείχαν χρυσό και έπεσαν στον πλανήτη μας
 

ΑΡΓΥΡΟΣ

 

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Το χημικό στοιχείο άργυρος ή ασήμι (λατινικά:argentumαγγλικά:silver) είναι βαρύ, σπάνιο, μαλακό μέταλλο με έντονη μεταλλική λάμψη. Οατομικός αριθμός του είναι 47 και η σχετική ατομική μάζα του 107,8682(2).[4] Το χημικό του σύμβολο είναι Ag και ανήκει στην ομάδα 11 (IΒ, με την παλαιότερη ταξινόμηση) του περιοδικού πίνακα, στην περίοδο 5, στον τομέα d και στη 2η κύρια σειρά των στοιχείων μετάπτωσης. Έχει θερμοκρασία τήξης 961,78°C και θερμοκρασία βρασμού 2162°C.[5]
Το ασήμι είναι ένα από τα πρώτα μέταλλα που χρησιμοποίησε ο άνθρωπος. Ήταν γνωστό ήδη από την προϊστορική εποχή στους λαούς που κατοικούσαν στη Μεσοποταμία, στον Ελλαδικό Χώρο, στηΜέση Ανατολή και στην Αίγυπτο.
Το σημερινό όνομά του το πήρε από τη λατινική λέξη argentum ή και την ελληνική αργυρός και είναι το μόνο χημικό στοιχείο από το οποίο ονομάστηκε ένα κράτος, η Αργεντινή.[6] Θεωρείται ευγενές μέταλλο μαζί με το ρουθήνιο, το ρόδιο, το ιρίδιο, το παλλάδιο, το όσμιο, τολευκόχρυσο και το χρυσό. Για τις χρηματιστηριακές συναλλαγές μετράται με την ουγγιά[Σημ. 1] και τίθεται υπό διαπραγμάτευση, όπως και τα άλλα πολύτιμα μέταλλα στις διεθνείς χρηματαγορές.
Το ασήμι έχει τη μεγαλύτερη ηλεκτρική και θερμική αγωγιμότητα καθώς και τη μεγαλύτερη ανακλαστικότητα στο ορατό τμήμα του φάσματος από όλα τα χημικά στοιχεία. Είναι ελατό, έχει δηλαδή την ιδιότητα να σφυρηλατείται ή να μετατρέπεται εύκολα σε ελάσματα, και όλκιμο, μπορεί δηλαδή να μετατραπεί σε σύρματα ή νήματα. Όταν εκτίθεται στον ατμοσφαιρικό αέρα, μαυρίζει από το θειούχο άργυρο που σχηματίζεται λόγω της ύπαρξης ιχνών θείου στον αέρα από τα καυσαέρια των αυτοκινήτων. Δεν επηρεάζεται από το υδροχλωρικό οξύ, διαλύεται όμως στο πυκνό θειικό οξύ και στο αραιό και πυκνό νιτρικό οξύ.
Η περιεκτικότητα του στερεού φλοιού της Γης σε ασήμι είναι μεταξύ 0,07 και 0,08 γραμμάρια ανά τόνο (g/t ή μέρη στο εκατομμύριο, ppm). Σπάνια βρίσκεται ως αυτοφυές και πολλές φορές συνυπάρχει με χρυσό. Λαμβάνεται κυρίως ως παραπροϊόν παραγωγής και ηλεκτρολυτικής επεξεργασίας άλλων μετάλλων (χαλκού, μολύβδου, ψευδαργύρου) στα θειούχα ορυκτά των οποίων βρίσκεται σε πολύ μικρές αλλά εκμεταλλεύσιμες ποσότητες. Βρίσκεται και σε ορυκτά όπως οαργεντίτης και ο χλωραργυρίτης. Το 2010, πάνω από 50 χώρες σε όλο τον κόσμο διατηρούσαν ορυχεία αργύρου.[7] Οι κυριότερες χώρες παραγωγής αργύρου είναι μεταξύ άλλων τo Μεξικό, το Περού, η Κίνα, η Αυστραλία, η Χιλή, η Πολωνία, η Ρωσία, η Βολιβία και οι Ηνωμένες Πολιτείες.
Ο άργυρος χρησιμοποιείται για να κατασκευασθούν κοσμήματα,νομίσματα, σκεύη τραπεζιού, κυρίως μαχαιροπίρουνα (τα οποία συλλογικά καλούνται ασημικά), φωτογραφικά φιλμ (όπου υπάρχει στα φωτοευαίσθητα αλογονούχα άλατα) και καθρέπτες. Η περιεκτικότητα σε άργυρο ενός κοσμήματος συνήθως μετριέται με τους «βαθμούς»[Σημ. 2]που συμβολίζονται με °. Για παράδειγμα ένα κόσμημα 925° περιέχει 92,5 % άργυρο, ένα κόσμημα 950° περιέχει 95 % άργυρο και ούτω καθεξής.
Οι ενώσεις του αργύρου, κυρίως ο νιτρικός άργυρος, χρησιμοποιούνται ως χημικά αντιδραστήρια, ως μικροβιοκτόνα και ως απολυμαντικά. Βομβίδες με εκρηκτικό μείγμα ενώσεων αργύρου και άνθρακαχρησιμοποιούνται για την παραγωγή τεχνητής βροχής. Χρησιμοποιείται επίσης σε ηλεκτρικές επαφές και αγωγούς και ως καταλύτης χημικών αντιδράσεων.
Ο φυσικός άργυρος αποτελείται από δύο σταθερά ισότοπα : 107Ag και109Ag.
 

 

Ετικέτες

Η λίστα ετικετών είναι κενή.